υδρομηχανική

υδρομηχανική
η
η επιστήμη που μελετά τα φαινόμενα της ισορροπίας και της κίνησης των υγρών και κυρίως του νερού, η μηχανική των υγρών.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • υδρομηχανική — η, Ν φυσ. βλ. υδρομηχανικός …   Dictionary of Greek

  • υδρομηχανικός — ή, ό, Ν 1. (για όργανο ή συσκευή) αυτός στον οποίο ένα υγρό, συνήθως νερό, χρησιμοποιείται ως μέσο μετάδοσης δύναμης ή κίνησης 2. το θηλ. ως ουσ. η υδρομηχανική φυσ. η μηχανική τών ρευστών. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. hydromechanic (<… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”